Πώς ο νους συμβάλλει στη θεραπεία του σώματος
Στο βιβλίο Cure: A Journey Into The Science of Mind Over Body, η Jo Marchant εντρυφεί στο πώς οι σκέψεις και οι αντιλήψεις επηρεάζουν τη φυσιολογία μας, αναπτύσσοντας μια εκτίμηση για την αλληλεπίδραση μεταξύ νου και σώματος. Τα ευρήματά της:
«Η πνευματική μας κατάσταση μπορεί να είναι καθοριστική για τον τρόπο με τον οποίο βιώνουμε συμπτώματα όπως ο πόνος, η ναυτία, η κούραση και η κατάθλιψη…Το αίσθημα του άγχους ή του φόβου μπορεί να προκαλέσει ταχυκαρδία ή στομαχικές διαταραχές και να σηματοδοτήσει μια αντίδραση του ανοσοποιητικού γνωστή ως φλεγμονή. Αυτές οι διαδικασίες δεν έγκεινται πάντα στον συνειδητό μας έλεγχο - υπάρχουν όμως έμμεσες μέθοδοι που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ώστε να τις επηρεάσουμε.»
Ενώ σε καμία περίπτωση δεν υπονοεί πως όλες οι ασθένειες «είναι στο μυαλό», η ανάλυση της Marchant υποδεικνύει πως η νοητική και σωματική μας υγεία επηρεάζεται από τον τρόπο που την αντιλαμβανόμαστε και συνδεόμαστε με αυτή. Όπως αναφέρει η ίδια, ο διαλογισμός είναι μία από τις έμμεσες και επιδραστικές μεθόδους που μπορούν να βοηθήσουν, γεγονός όχι και τόσο απροσδόκητο δεδομένου ότι το πώς αντιλαμβανόμαστε και σχετιζόμαστε με τις ζωές μας είναι ακριβώς αυτό που εξασκούμε στην πρακτική της ενσυνειδητότητας.
Η επίδραση της ενσυνειδητότητας στις περιπτώσεις φλεγμονών παρουσιάζεται σε μια έρευνα του David Creswell. Η έρευνα αυτή έδειξε αλλαγές στα εγκεφαλικά κυκλώματα και μειωμένα επίπεδα φλεγμονών ύστερα από τρεις μέρες πρακτικής mindfulness, την ίδια στιγμή που τρεις μέρες χαλάρωσης δεν επέφεραν τα ίδια αποτελέσματα. Ο Creswell εξηγεί το διαφορετικό αντίκτυπο μεταξύ του mindfulness και των ασκήσεων χαλάρωσης:
«Δείχνουμε πως ο διαλογισμός mindfulness επιδρά σε σημαντικό αριθμό εγκεφαλικών κυκλωμάτων περισσότερο από τις βοηθητικές ασκήσεις χαλάρωσης, και αυτά τα κυκλώματα μας βοηθούν να καταλάβουμε πώς ο διαλογισμός βελτιώνει την υγεία. Η ενσυνειδητότητα διδάσκει στους συμμετέχοντες πώς να είναι πιο ανοιχτοί και παρόντες στις εμπειρίες τους, ακόμα και στις πλέον δύσκολες. Εν αντιθέσει, οι προσεγγίσεις χαλάρωσης είναι καλές στο να κάνουν το σώμα να νιώθει πιο ήρεμο εκείνη τη στιγμή, ωστόσο δεν λειτουργούν το ίδιο καλά για τους στρεσογόνους παράγοντες της ζωής μας. Αυτή η έρευνα ρίχνει φως στο τί κάνει η πρακτική της επίγνωσης στον εγκέφαλο, επιφέροντας αυτά τα αντιφλεγμονώδη οφέλη.»
Πώς ο διαλογισμός βοηθά στην αντιμετώπιση των συμπτωμάτων της κατάθλιψης.
Ο ενσυνείδητος τρόπος αντίληψης και διαχείρισης δύσκολων βιωμάτων με βοήθησε πολύ καθ’ όλη την πορεία της κατάθλιψης μου. Ήρθα σε επαφή με το διαλογισμό περίπου 15 χρόνια πριν, όταν βρισκόμουν κολλημένη στο βαθύτερο σημείο της κατάθλιψης επί 2,5 χρόνια. Όντας απελπισμένη είχα ήδη ξεκινήσει διάφορες θεραπείες, με την ενσυνειδητότητα όμως να προσφέρει κάτι το πραγματικά μοναδικό. Η μέθοδος εξ ‘ορισμού σήμαινε την εξάσκηση της αποδοχής, δηλαδή ακριβώς το αντίθετο από αυτό που είχα συνηθίσει. Αυτό σήμανε την αρχή μιας μεταμόρφωσης -η αναγνώριση ότι ο τρόπος προσέγγισης του «προβλήματος» της κατάθλιψης συνέβαλε στο να το διαιωνίζω. Μέσω του διαλογισμού έμαθα πώς η στάση και η συμπεριφορά μου, οι οποίες χαρακτηρίζονταν από αυτοκριτική και αντίσταση, έπαιζαν σημαντικό παράγοντα στο πώς ένιωθα. Το mindfulness προσέφερε έναν πιο ήπιο και ήρεμο τρόπο, μέσω του οποίου έμαθα πως να είμαι πιο ευγενική και συμπονετική απέναντι στον εαυτό μου.
Οι δυσκολίες της ζωής δεν με ωθούν πλέον να νιώθω μια συνεχόμενη και επαναλαμβανόμενη κακή διάθεση, που παραμένει για αρκετό καιρό μετά το ίδιο το στρεσογόνο γεγονός.
Ακόμα βιώνω μερικές φορές τα συμπτώματα αυτού που συνήθιζα να αποκαλώ «κατάθλιψη» -αν και για μικρότερες περιόδους- ύστερα από ένα δυσάρεστο ή δύσκολο γεγονός. Αυτό που πραγματικά άλλαξε είναι ότι οι δυσκολίες της ζωής δεν με ωθούν προς μια παρατεταμένη και επαναλαμβανόμενη κακή διάθεση, η οποία θα συνέχιζε να υφίσταται για αρκετό καιρό αφού τα ίδια τα γεγονότα θα είχαν συμβεί. Γιατί συμβαίνει αυτό; Πιστεύω πως το νόημα που αποδίδω στην κατάστασή μου συμβάλλει σημαντικά. Κάποτε, έβλεπα την κατάθλιψη ως κάτι που δεν μπορούσα να ελέγξω, μια κλινική ασθένεια που με άφηνε ανήμπορο. Από την άλλη, την αντιμετώπιζα ως δικό μου λάθος, μια πεποίθηση που με στιγμάτιζε, με γέμιζε με μια αίσθηση ντροπής και αποτυχίας που δεν μπορούσα να αποτινάξω από πάνω μου. Υποθέτω πως αυτοί οι παράγοντες με έκαναν να νιώθω ακόμη περισσότερα τα συμπτώματα της κατάθλιψης.
Όταν πίστευα πως συμπτώματα όπως οι ταχυκαρδίες, οι μυϊκοί πόνοι και οι σκέψεις που «τρέχουν» ήταν οι καταστροφικές ενδείξεις της κατάθλιψης, με κατέβαλαν πολύ εύκολα και προσπαθούσα να τα απομακρύνω με ένα αίσθημα αδύναμου θυμού. Ωστόσο, όσο έμαθα να αφήνω πίσω μου τις “ταμπέλες” και τις επικρίσεις σχετικά με την κατάθλιψη, άρχισα να αντιλαμβάνομαι τα ίδια συμπτώματα ως φυσιολογικές αντιδράσεις στα δυσάρεστα γεγονότα που μου συνέβαιναν. Πλέον, δεν ενισχύω τη δυσαρέσκεια με την αγχωτική ιδέα πως μου συμβαίνει κάτι τρομερό και μη διαχειρίσιμο το οποίο δεν μπορώ να αντιμετωπίσω ή πως όλα προέρχονται από εμένα και οφείλω να παλέψω μαζί τους.
Βλέποντας τις δύσκολες σκέψεις, τα συναισθήματα και τις παρορμήσεις ως παροδικά γεγονότα του νου και του σώματος και έχοντας πίστη πως θα υποχωρήσουν όπως και οι συνθήκες που τα δημιουργήσαν, μπορώ να διαχειριστώ τις προκλήσεις της ζωής με περισσότερη ευχέρεια, εμπιστοσύνη και αυτοπεποίθηση. Είναι λιγότερο πιθανό να δημιουργήσω εγώ ο ίδιος δευτερεύον στρες στα αναπόφευκτα άγχη της ζωής. Οι δυσκολίες έρχονται, αλλά επίσης φεύγουν.
Αυτό είναι μια ριζική αλλαγή. Καλλιεργώντας με καλοσύνη τη σταθερότητα και τη συμπόνια απέναντι στον εαυτό, οι άβολες σκέψεις και τα συναισθήματα μοιάζουν πιο βατά, ενώ ταυτόχρονα περνούν πιο γρήγορα χωρίς να τα αφήνω να διαιωνίζονται. Με αυτή την προσέγγιση, παίρνω καλύτερες αποφάσεις όταν προκύπτουν προβλήματα και είμαι πιο ικανός να απευθυνθώ στο περιβάλλον μου για υποστήριξη -αντίθετα από την παλιά, χαοτική και μοναχική ύπαρξη που επέλεγα, η ζωή που με περιβάλλει φαίνεται πλέον να αντικατοπτρίζει τις πνευματικές αξίες που σταδιακά καλλιέργησα μέσω της πρακτικής mindfulness. Με το νου, το σώμα και τη ζωή μου να μην βρίσκονται πια σε τέτοια αντίθεση, το άγχος έχει μειωθεί.
Για μένα, το mindfulness αποτελεί το κλειδί για την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί ο νους και το σώμα, όπως επίσης και μια επιδέξια μέθοδος για τη διαχείρισή τους. Δεν είναι όμως κάτι μαγικό. Οι ψυχολογικές και φυσιολογικές μας συνήθειες είναι ισχυρές και συχνά δεν μπορούμε απλά να τις προσπεράσουμε - αυτή η πεποίθηση μας κάνει θύματα της ψευδο-επιστήμης που τόσο άδικα απέδωσε στη θεραπευτική σχέση νου-σώματος μια πολύ χαμηλή υπόληψη. Οι εμπειρίες μας δεν διαμορφώνονται αποκλειστικά από την πνευματική μας κατάσταση, ούτε από τη βιολογία μας, αλλά και από τις σχέσεις μας, το εξωτερικό περιβάλλον, την κοινωνία και την κουλτούρα, πράγματα πάνω στα οποία έχουμε περιορισμένο έλεγχο. Όμως, αλλάζοντας τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τα πράγματα ξανά και ξανά, ενεργοποιούμε έναν ζωτικό μηχανισμό μέσω του οποίου η ενσυνειδητότητα βοηθά την υγεία μας. Όπως αποδεικνύει και η έρευνα του Creswell, οδηγεί επίσης σε βιολογικές αλλαγές.
Χωρίς να προσπαθούμε να αλλάξουμε αυτό που συμβαίνει κάθε δεδομένη στιγμή, αλλάζουμε τη σχέση μας με τη στιγμή - το νόημα που αποδίδουμε σε καθετί που συμβαίνει και τον τρόπο που ανταποκρινόμαστε σε αυτό. Και αυτό εν τέλει, αλλάζει τη στιγμή.
Πρωτότυπο άρθρο: How the Mind Helps Heal the Body του Ed Halliwell.